Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Διάφορες άλλες εκδοχές

Εκδοχή της Μαρούλας Κλιάφα

Η συγγραφέας Μαρούλα Κλιάφα αναζητώντας ιστορικά στοιχεία για τον Σακαφλιά αναδύφισε σε παλιές Τρικαλινές εφημερίδες και τα στοιχεία που συνέλεξε τα κοινοποίησε με ένα άρθρο της.

Ο φόνος του Σακαφλιά στις ποινικές φυλακές Τρικάλων
Τα τελευταία χρόνια πολλοί μελετητές του ρεμπέτικου τραγουδιού αναζητούν στοιχεία για το φόνο ενός βαρυποινίτη στις φυλακές Τρικάλων, περιστατικό που ενέπνευσε στον Βασίλη Τσιτσάνη το τραγούδι του Σακαφλιά.
Λόγω της δυσκολίας πρόσβασης στα αρχεία των φυλακών, όλοι σχεδόν οι ερευνητές περιορίστηκαν στη συγκέντρωση μαρτυριών. Οι μαρτυρίες όμως αυτές - οι περισσότερες ανήκουν σε πρώην τρόφιμους των φυλακών -είναι αντιφατικές και αντικρουόμενες.
Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι κανείς από τους ερευνητές δεν σκέφτηκε να φυλλομετρήσει τις εφημερίδες της εποχής. Ένας φόνος που διαπράττεται στη φυλακή μιας επαρχιακής πόλης όπως τα Τρίκαλα είναι φυσικό να μην περάσει απαρατήρητος από τον τοπικό τύπο.
Με κίνητρο την περιέργεια για το συγκεκριμένο γεγονός αλλά και την πρόθεση να μάθω κάτι περισσότερο για τις συνθήκες διαβίωσης των εγκλείστων στις ποινικές φυλακές Τρικάλων, άρχισα να μελετάω και πάλι τον τοπικό τύπο.


Οι πληροφορίες που συγκέντρωσα έχουν αρκετό ενδιαφέρον.

Από το 1881 που η Θεσσαλία ενσωματώθηκε στην Ελλάδα ως το 1895 οι φυλακές στεγάζονταν στον ίδιο χώρο που λειτουργούσαν και επί τουρκοκρατίας, δηλαδή στο τετράγωνο των οδών Στουρνάρα και Χατζηπέτρου. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για δεκαέξι θολωτά μπουντρούμια διαμέτρου 3 μ. το καθένα, υγρά και με ελλειπή φωτισμό. Σε κάθε μπουντρούμι στοιβάζονταν 12-14 άτομα ,εγκληματίες και ελαφροποινίτες μαζί.


Το 1895 το ελληνικό Δημόσιο ανήγειρε σε χώρο του Κουρσούμ τζαμί νέο κτίριο φυλακών ενσωματώνοντας σε αυτό και ένα μέρος από το ευρισκόμενο εκεί τουρκικό χαμάμ.
Οι νέες φυλακές περιβάλλονταν από μεγάλο προαύλιο και διέθεταν 10 θαλάμους , 5 στο ισόγειο και 5 στον επάνω όροφο καθώς και ένα μικρό νοσοκομείο.
Η ζωή των εγκείστων στις νέες φυλακές δεν βελτιώθηκε. Η διατροφή ήταν ελλειπής - συσσίτιο δινόταν μόνο δυο φορές την εβδομάδα- και οι συνθήκες διαμονής ήταν ανθυγιεινές. Επιπλέον οι τρόφιμοι των φυλακών - βαρυποινίτες οι περισσότεροι- ήταν καλύτερα οπλισμένοι από τους φρουρούς τους με αποτέλεσμα να λαμβάνουν χώρα μέσα στη φυλακή συρράξεις και αιματηρά επεισόδια, τα οποία η φρουρά -την αποτελούσαν οι υπηρετούντες στο 5ο σύνταγμα πεζικού- αδυνατούσε να ελέγξει.
Από την αρθρογραφία του τοπικού τύπου διαφαίνεται ότι οι φυλακισμένοι ήταν οργανωμένοι σε φατρίες με αρχηγούς και πρωτοπαλίκαρα και επιδίδονταν όχι μόνο σε χαρτοπαιξία αλλά και σε λαθρεμπόριο.
«Δεν δυνάμεθα να εννοήσωμεν τι ποινικαί φυλακαί είναι αυταί, αφού καθ’εκάστην οι φυλακισμένοι συμπλέκονται και τραυματίζονται, και αφού όλοι είναι μέχρις οδόντων οπλισμένοι με φονικά όργανα. Όλο το λαθρεμπόριο ενεργείται εκεί μέσα. Πώς εισάγονται όλα αυτά εκεί;» αναρωτιόταν η εφ. «Αναγέννησις»(13-6-1910 )
Ένα άλλο συνηθισμένο φαινόμενο στις φυλακές Τρικάλων ήταν οι συχνές απόπειρες απόδρασης. Οι έγκλειστοι διαθέτοντας- Κύριος οίδε πώς- πριόνια και κασμάδες, ξήλωναν τα πατώματα ή άνοιγαν λαγούμια και επιχειρούσαν να δραπετεύσουν. Μερικές φορές τα κατάφερναν.
Λόγω της μη καλής συντήρησης του κτιρίου και κυρίως εξαιτίας των καταστροφών που προκαλούσαν στο κτίριο οι ίδιοι οι φυλακισμένοι, οι θάλαμοι ήταν σε άθλια κατάσταση, η ξύλινη σκάλα «ευρίσκετο εν ερειπώδει καταστάσει και εκτός των τοίχων και των σιδηρών κικλίδων των παραθύρων, ουδέν άλλον ίστατο όρθιον» («Θάρρος»18-7-1918)
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, στις αρχές Μαίου 1926, έλαβε χώρα μια ακόμα σύρραξη μεταξύ των φυλακισμένων. «Την πόλιν αναστάτωσαν πυκνοί πυροβολισμοί ριπτόμενοι εις τας φυλακάς»γράφει η εφ. «Θάρρος και μας πληροφορεί ότι ομάδα καταδίκων επιτέθηκε σε μια άλλη με κάμες, ξιφολογχες και μαχαίρια με αποτέλεσμα να δολοφονηθεί ο ληστής Καραμπάς από τους ζωοκλέφτες Μούρτο και Τσεκούρα. Το ανακριτικό πόρισμα απέδωσε τη συμπλοκή και φυλετικές διαφορές. Οι φυλακισμένοι λέει ήταν χωρισμένοι σε ορεινούς και πεδινούς.



Η δεύτερη δολοφονία έλαβε χώρα στις 29 Μαϊου 1932 με θύμα τον βαρυποινίτη Δημήτριο Μπελούλη από το Βόλο και θύτες τους συγκρατούμενούς του Χαράλαμπο Δεληγιάννη ή Μπάμπο και Γ. Λαβίδα.
Δολοφόνοι και θύμα είχαν διαπληκτιστεί το ίδιο πρωί στην αυλή της φυλακής για ασήμαντη αφορμή. Λίγο αργότερα ο Μπελούλης, καθώς κατέβαινε τη σκάλα της φυλακής, δέχτηκε από τους δυο δολοφόνους που του είχαν στήσει καρτέρι, δυο απανωτά κτυπήματα με μαχαίρι στη θωρακική χώρα. Ο τραυματίας αιμόφυρτος μεταφέρθηκε στην κλινική του Ρέρα όπου δυο μέρες αργότερα πέθανε από περιτωνίτιδα.
Στις ανακρίσεις που ακολούθησαν οι φυλακισμένοι κράτησαν τον όρκο της σιωπής, αρνούμενοι να αποκαλύψουν το παραμικρό για τα αληθινά αίτια της άγριας αυτής δολοφονίας.(«Αναγάννησις»και «Θάρρος» 30-5-1932)
Δεν είμαι σε θέση να πω ποιο από τα δύο αυτά φονικά ενέπνευσαν τους φυλακισμένους στη φυλακή Τρικάλων να γράψουν τους στίχους:

Στα Τρίκαλα στη φυλακή­ σκοτώσαν έναν μπεσαλή­
Βρε Αντωνίτση κερατά ­ που σκότωσες τον Σακαφλιά­
Επίσης δεν μπορώ να εξηγήσω την αλλαγή των ονομάτων τόσο στον αρχικό στίχο όσο και στο τραγούδι που έγραψε ο Βασίλης Τσιτσάνης το 1939.
Να συνέβη άραγε και κάποιος άλλος φόνος στις φυλακές Τρικάλων κατά την περίοδο του μεσοπολέμου και να διέφυγε της προσοχής του τοπικού τύπου; Το θεωρώ απίθανο. Επομένως οφείλουμε να εστιάσουμε την προσοχή μας στους δυο αυτούς φόνους.
Προσωπικά πιστεύω πως η δολοφονία με μπαμπεσιά του τριαντάχρονου Μπελούλη το 1932 ταιριάζει περισσότερο με το μύθο που έχει πλεχτεί γύρω από την προσωπικότητα του νεκρού βαρυποινίτη.
Ωστόσο μόνο τα αρχεία των φυλακών - αν υπάρχουν- μπορούν να δώσουν μια πειστική απάντηση.



Εκδοχή Πάνου Σαββόπουλου

Σε ένα τρίωρο πρόγραμμα αφιερωμένο «στα ατίθασα ρεμπέτικα της παρανομίας» στο καφέ του «Ιανού» σε μια εκδήλωση που είχε ιστορικές αναδρομές, εννοιολογικές αναλύσεις, πικάντικες λεπτομέρειες για τη ρεμπέτικη σημειολογία΄και πολύ τραγούδι, έγινε αναφορά και για τον Σακαφλιά.
Το πρόγραμα ήταν χωρισμένο ανά... παρανομίες και ποινές σε ξεχωριστές ενότητες: φυλακές, χασικλήδες, μαχαιροβγάλτες, λαθρέμποροι, μπάτσοι, τεκέδες, παρανομίες (οι «μανίτες», οι «λαχανάδες», τα ζάρια...). Την εισαγωγή σε κάθε ενότητα έκανε ο γνωστός μελετητής και ραδιοπαραγωγός Πάνος Σαββόπουλος φροντίζοντας να χρωματίζει τον λόγο του με διαφωτιστικά περιστατικά.
Αναφερώμενος για τον  Σακαφλιά  είπε τα εξής:
Στις φυλακές των Τρικάλων «θήτευσε» και ο περίφημος Σακαφλιάς ή Σαρκαφλιάς, πρωταγωνιστής αργότερα στο τραγούδι του Τσιτσάνη που, ποιητική αδεία, ωραιοποίησε την περίπτωση. Διότι ο Σακαφλιάς δεν ήταν παρά ένας αδίστακτος «νονός». Είχαν κυκλοφορήσει μάλιστα και διάφορες ιστορίες, ενδεικτικές του χαρακτήρα του. Οτι, π.χ., όταν κάποιος τον ρωτούσε γιατί το καπέλο του έχει τόσο πλατιά και μαύρη κορδέλα, απαντούσε «πενθώ για όσους θα "φάω" στο μέλλον». Κι αντίστοιχα όταν τον ρωτούσαν γιατί το κομπολόι του έχει ασπρόμαυρες χάντρες, απαντούσε «άσπρες για τις γκόμενες, μαύρες για τους φόνους». Μέσα στη φυλακή, τον Σακαφλιά τον δολοφόνησε με μία τροχισμένη σαν φαλτσέτα λαβή τηγανιού ο γερο-μάγκας Αντωνίτσης. Κι επειδή όλοι ανακουφίστηκαν, όχι μόνο δεν τιμωρήθηκε για την πράξη του, αλλά αποφυλακίστηκε νωρίτερα!

Εκδοχή από την"Τρικαλινή Εκφραση"

Μια άλλη εκδοχή βρήκαμε στο περιοδικό "Τρικαλινή Εκφραση" (Αυγουστος - Ιούλιος 1994) του Βασίλη Πάνου.

“Δεν σκοτώσανε το Σακαφλιά στα Τρίκαλα στα δυο στενά, αλλά στη "Στενή", καθότι δεν έβγαινε άσμα με το "Στενή", και ο μεγάλος Τσιτσάνης το είπε στενά.
Σύμφωνα με διαδόσεις της πιάτσας "Στενή"  ήταν ένας στενός διάδρομος που οδηγούσε σε ένα μικρό τεκέ, εκεί όπου οι μάγκες και τα ντερβισόπαιδα φουμάραν το "καλό πράμα". Διότι παλιά ήταν πιο προχωρημένοι οι φύλακες και οι διευθυντές των φυλακών, διότι διέθεταν και ειδικούς τεκέδες. Και σύμφωνα πάντα με ανθρώπους της πιάτσας το "πράμα" δεν ήταν και τόσο "καθαρό", και έτσι έγινε το φονικό”.




Το "πράμα" δεν ήταν καθαρό
και έγινε το φονικό

Το Σακαφλιά σκοτώσανε
και κάτω τον ξαπλώσανε

Ήταν το πιο καλό παιδί
τον έφαγε η φυλακή

Ήταν ντερβίσικο παιδί
τον μαχαιρώσαν στην "στενή".




Αυτό κυκλοφόρησε στη φυλακή πριν βγάλει ακόμη ο Τσιτσάνης το τραγούδι, πάντα βέβαια από διαδόσεις της πιάτσας. Μετά ο στίχος βγήκε από τη φυλακή και κυκλοφόρησε στους καφενέδες, και ειδικά στα “ταμπάκικα” στα “καρβουνιάρικα” πίσω από τον ΟΤΕ και στο υπόγειο του “Μαμάλα”.
                                                                                          Τάκης ο Χοντρός.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου